Οι κυβερνήσεις συγκαλύπτουν παγίως τα δυστυχήματα & κι ένα γράμμα από την Ιαπωνία

20 Μαρτίου, 2011

(μεγαλώστε)

INFO (συνεχής ενημέρωση, τα φρέσκα κάτω-κάτω):

5.- Japan: One week later (φωτογραφίες)
6.- Japan: Vast devastation (φωτογραφίες)
9.- Japan: Continuing crisis (φωτογραφίες)
11. Η κατάσταση της δημόσιας υγείας όλο και χειροτερεύει στις κατεστραμμένες περιοχές: όσοι ήταν ήδη άρρωστοι πριν τον σεισμό δεν έχουν την απαραίτητη φροντίδα στα νοσοκομεία που έχουν υποστεί μεγάλες ζημιές. Πολλοί είναι ηλικιωμένοι και είναι στα τελευταία τους, αφού δεν υπάρχουν ούτε παυσίπονα. Ακόμη και για συνήθη περιστατικά, συνάχι, γαστρεντερικά προβλήματα, τα φάρμακα λείπουν, και η κατάσταση χειροτερεύει μέρα με τη μέρα. Ηλικιωμένοι πεθαίνουν από το κρύο. Ο γιατρός θέλει να επισκευτεί τα απέραντα ‘καταφύγια’ όπου οι πληγέντες δεν έχουν φάει ούτε ένα πιάτο ζεστό φαγητό εδώ και μια βδομάδα. Οι τραυματίες υποφέρουν από αϋπνίες και οι ‘υγιείς’ πανικοβάλλονται σε κάθε μετασεισμό, ενώ δεν υπάρχουν ηρεμιστικά ούτε για δείγμα. Ακόμη και στα νοσοκομεία που στέκονται κάπως στα πόδια τους, η τροφοδοσία με ηλεκτρικό ρεύμα γίνεται από γεννήτριες και άρα τα χειρουργεία δεν λειτουργούν. Τα νοσοκομεία στο Sendai ξεχειλίζουν, όσοι μπορούν να μετακινηθούν αφήνουν το κρεββάτι τους για άλλους που είναι χειρότερα, ενώ όλοι τους γνωρίζουν πως η τύχη τους εξαρτάται από την φορά του ανέμου. Στις πληγείσες περιοχές οι τουαλέττες είναι τρύπες στο έδαφος, κάτι που κάνει τον κίνδυνο επιδημιών ακόμη μεγαλύτερο. Καύσιμα δεν υπάρχουν και άρα δεν μπορούν να μεταφερθούν φορητές καμπίνες τουαλέτας. Δεν υπάρχει νερό για να πλυθούν χέρια ή πιάτα. Στην περιοχή Miyagi οι σταθμοί καθαρισμού νερού δεν λειτουργούν, το ίδιο και στην Iwate: πάνω από 100.000 νοικοκυριά δεν έχουν νερο. Στην Obuchi κάτοικοι αντιμετωπίζουν γαστρεντερικά προβλήματα, αφού ήπιαν νερό από το ποτάμι.
16.- Οπτική απάτη η βελτίωση στη Fukushima: Κι ενώ ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, Naoto Kan, εκτιμάει σήμερα Δευτέρα 21 Μαρτίου, ότι η κατάσταση στον πυρηνικό σταθμό της Fukushima-1 αρχίζει να βελτιώνεται, και η εταιρεία Tepco ανήγγειλε ότι οι έξι αντιδραστήρες του σταθμού επανασυνδέθηκαν με το ηλεκτρικό ρεύμα, ένας καπνούλης άρχισε πάλι να ξεφεύγει από τον αντιδραστήρα 3. Η Tepco ανακοίνωσε μερική εκκένωση του παρόντος προσωπικού, ενώ ισχυρίζεται ότι ακόμη μελετάει την κατάσταση και άρα δεν έχει οριστικά αποτελέσματα και δεν θα έχει πριν λήξει η καταστροφή. Κατηγορείται πάντως ότι συγκαλύπτει συστηματικά το μέγεθος τυ προβλήματος. Στο μεταξύ η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι ο λογαριασμός θα ξεπεράσει τα 235 δισ. δολάρια, ένα μέρος του οποίου θα πληρώσουν οι ασφαλιστικές. Προσωπικά εκτιμώ ότι δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί το μακροπρόθεσμο κόστος των επιπτώσεων, αλλά ούτε καν και το βραχυπρόθεσμο.
20. Τα βασικά σχετικά με το πυρηνικό δυστύχημα στην Ιαπωνία (πολύ καλό)
21. Οι μετρήσεις των αρχών της Ιαπωνίας στη θάλασσα γύρω από τη Fukushima, έδειξαν σήμερα Σάββατο ραδιενεργό ίωδιο (131) 1 250 φορές ανώτερο από όσο επιτρέπει ο νόμος , που σημαίνει ότι υπάρχει διαρροή από έναν ή περισσότερους αντιδραστήρες. Άρα η μόλυνση ψαριών, φυκιών και θαλασσίων ζώων είναι γεγονός.  Ο ΓΓ του ΟΗΕ , Ban Ki-moon, κάλεσε τα κράτη  «να πάρουν μαθήματα» από το πυρηνικό δυστύχημα στην Ιαπωνία. Ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Naoto Kan αναγνώρισε ότι η κατάσταση στη Fukushima Daiichi (N°1) παραμένει απρόβλεπτη. «Αν κάποιος πιει 50 γραμμάρια νςρού με αυτή τη συγκέντρωση ραδιενεργού ιωδίου, παίρνει με μιας το μέγιστο επιτρεπόμενο για ένα χρόνο, είπε ο εκπρόσωπος της επιτροπής πυρηνική ασφάλειας της Ιαπωνίας. Αν όμως διαλυθεί αρκετά μέσα στην θάλασσα, ο κίνδυνος ελαχιστοποιείται. Το ραδ. ιώδιο έχει ημιζωή 8 μέρες, άρα όταν θα ξαναφάνε ψαρικά οι Ιάπωνες, ο κίνδυνος θα έχει πιθανόν μικρύνει.» Η (στμ. αναξιόπιστη) Tepco μέτρησε επίσης Καίσιο 137 (με ημιζωή 30 χρόνια),  80 φορές πάνω από το νόμιμο. Η Greenpeace δήλωσε σήμερα ότι «οι αρχές συνεχίζουν να δίνουν την εντύπωση ότι υπο-εκτιμούν τους κινδύνους και την έκταση της ραδιενεργού μόλυνσης». Οι προσπάθειες για ψύξη συνεχίζονται, και θα μπορούσαν να διαρκέσουν περισσότερο από ένα μήνα (26 Μαρτίου 2011).

Γράμμα από την Ιαπωνία, εστάλη αυθημερόν, δημοσιεύτηκε Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

του Christian Kessler

Δείτε και τούτο: «Δόσεις ακτινοβολίας και ασφάλεια». Το βρήκα εδώ: http://flowingdata.com/2011/03/19/radiation-doses-and-safety-in-perspective/(μεγαλώστε)

(μεγαλώστε)

Η γη τρέμει κάθε μέρα. Πάντα έτσι ήταν εδώ στην Ιαπωνία. Το λέει και η τοπική μυθολογία: κάτω από τη γη, μόλις ο θεός που είναι υπεύθυνος για το σεισμό χαλαρώσει λίγο την προσοχή του, ένα γατόψαρο σαλεύει, χτυπάει την ουρά του … και τα υπόλοιπα είναι γνωστά… Μετά τον φοβερό σεισμό του 1855, το ψάρι μας λατρεύτηκε ως θεός της … επισκευής του κόσμου(στμ. στα ιαπωνικά λέγεται , Namazu). Και σήμερα το βλέπουμε ως λογότυπο, ως κινούμενο σχέδιο, σε όλες τις οδηγίες που πρέπει να διαβάσουμε, όταν αρχίζει κάπως να παρα-κουνάει. Οι Ιάπωνες ζουν στους μύθους τους.
Η πρωτεύουσα Τόκιο, και πριν από αυτή το Έντο, έδρα της κυβέρνησης των Σογκούν, ποτέ δεν έπαψαν να πλήττονται από καταστροφές: την 1Η Ιουνίου 1615, 14 Μαΐου 1647, 21 Ιουνίου 1649, 23 Νοεμβρίου 1703, 2 Οκτωβρίου 1855 κλπ. Τα σπίτια είναι ξύλινα, η φωτιά τρέχει γρήγορα πάνω τους, η πλημμυρίδα πρώτη-πρώτη. Ο κόσμος φεύγει, αλλά πολλοί επιστρέφουν για να θαυμάσουν τα άνθη του Έντο,  τα Edo no hana, τα σπίτια στις φλόγες, γιατί είναι ένα πολύ όμορφο θέαμα. Τίποτε δεν μπορεί να ταράξει την γιαπωνέζικη αισθητική. Τη μοιρολατρεία επίσης, μιας και κατά βάθος δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε: shikata ga nai, και αυτή η φράση ακούγεται κάθε τόσο, επιτακτικά. Ο κόσμος είναι παροδικός: ο Σίσυφος κάνει ξανά και ξανά την δουλειά του, μέχρι τον επόμενο σεισμό.
Όταν έγινε ο σεισμός της 1ης Σεπτεμβρίου 1923 — μεγέθους 7.9, 150.000 νεκροί, 4.000 εκτάρια κατεστραμμένα, 400.000 κατεστραμμένα σπίτια —, είναι μεσημέρι, το ρύζι βράζει στην κατσαρόλα, η πυρκαγιά τυλίγει την πόλη, το κύμα καλύπτει… Μεταξύ των Δυτικών μαρτύρων, ένας ποιητής: ο Paul Claudel, πρέσβης τότε της Γαλλίας, γράφει μια ανταπόκριση για το δράμα. Είχε κι αυτός, όπως και άλλοι το αίσθημα ότι το πάτωμα του ξέφευγε: «Είναι κάτι μιας φρίκης που δεν έχει όνομα, να βλέπεις γύρω σου την μεγάλη γη να σείεται σαν να γέμισε μονομιάς με ζωή τερατώδη κι αυτόνομη.… Κάτω από τα πόδια μας, ένα υπόγειο μούγκρισμα … μια δόνηση, ακόμη μια δόνηση,τρομαχτική, κι έπειτα έρχεται λίγο-λίγο η ακινησία, κι όμως η γη δεν παύει να ριγεί υπόκωφα με νέες κρίσεις που επανέρχονται κάθε ώρα».
Ο Claudel, ένα χρόνο αργότερα, δεν μπορεί να κρατηθεί και επανέρχεται στον τρόμο.  Όσο για την Yoshiwara, την συνοικία των ηδονών, την προσφιλή στον συμπατριώτη του Pierre Loti : «Τα κακόμοιρα κορίτσια, των οποίων τα κατάλευκα και τυμπανιαία πτώματα επιπλέουν στα καταραμένα έλη όπου ψήθηκαν». Διαπιστώνει όπως και άλλοι την ηρεμία, το φλέγμα, την στωικότητα του πληθυσμού, που απέχει από κάθε εκδήλωση του πόνου και της απόγνωσης, που όμως δεν παύει να νιώθει. Που όμως τα βάζει με τους Κορεάτες, τους αποδιοπομπαίους τράγους που κατηγορούνται ότι δηλητηρίασαν τα πηγάδια, έβαλαν φωτιές κλπ. Ο ίδιος ο Claudel, διαφεύγει στη Yokohama και μεταφέρει εκεί το προσωπικό της πρεσβείας του. Όχι πολύ μακριά από εκεί, ο Hiro-Hito, ο τότε διάδοχος, καταφεύγει, στα θεμέλια από μπετόν του αυτοκρατορικού παλατιού, απ’όπου θα εξαγγείλει την συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας μετά την Hiroshima και την Nagasaki, την νύχτα της 9ης προς την 10η Αυγούστου. Όταν ο Γάλλος διπλωμάτης μας επέστρεψε στο Τόκυο, η πόλη ξαναστήνεται στα πόδια της, δύο μόλις εβδομάδες μετά τον σεισμό: τα τραμ τσουλάνε και πάλι στις κύριες αρτηρίες, η ψαραγορά ξανανοίγει! Η κυβέρνηση ανάγει σε ζήτημα τιμής την ανοικοδόμηση, παρά τις πιεστικές συμβουλές, που επαναλήφθηκαν αμέτρητες φορές από τότε, να μεταφέρει την πρωτεύουσα.
Τηρουμένων των αναλογιών, κατά βάθος μια από τα ίδια και σήμερα Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011, 14Η45. Ο πληθυσμός τα χάνει ίσως, ακολουθεί όμως τις οδηγίες. Τον σεισμό τον περιμέναμε εδώ και καιρό, αφού το Τόκιο βρίσκεται πάνω σ’ένα ωραίο ρήγμα, αλλά πού να ξέρεις εάν είναι ο καλός, ή αν τα χειρότερα έρχονται. Κι έπειτα, ο κόσμος ανακάλυψε, με την βοήθεια της καταστροφής, ότι κάποια πυρηνικά εργοστάσια ήταν κι αυτά χτισμένα πάνω σε ρήγματα κι ότι υπήρχε κίνδυνος τήξης. Παραδόξως, είναι η πρώτη χώρα σε ασφάλειας στον κόσμο, κι όμως η λιγότερο σίγουρη και η πιο ασταθής.
Ό,τι πρέπει για να σφυρηλατήσετε για τα καλά το αίσθημα του πρόσκαιρου τούτου κόσμου, τόσο περισσότερο, αφού βρίσκεστε σε βουδιστική χώρα. Η προσωρινότητα είναι καθημερινό βίωμα στην Ιαπωνία: η πόλη είναι ένα αιώνιο εργοτάξιο, τα κτήρια ξαναγίνονται, το αστικό τοπίο αλλάζει γρήγορα. Ο καθένας είναι έτοιμος για το αναπόφευκτο. Κι αν περάσει καιρός χωρίς σεισμό, αυτό σας φαίνεται παράξενο: τόσο είναι διάχυτη η συνείδηση ότι ζείτε σε μια ταραγμένη γη. Βοηθούντος και του Κομφούκιου, οι Ιάπωνες έμαθαν να σέβονται αυτή την μητέρα φύση, την καθόλου βολική, την μάλλον κτητική, ικανή να διεκδικήσει κάθε στιγμή τα  δικαιώματά της, και να γίνονται μικροί-μικροί για να μην ενοχλούν. Ατέλειωτος σεβασμός, που γίνεται και σεβασμός της κοινωνίας, με την υποχώρηση μπροστά σε ό,τι κι αν συμβεί : καλή καρδιά μπροστά στην κακοτυχία. Εξ ού και το κοινωνικό χαμόγελο που λέει πως το άτομο χάνεται και διαλύεται στην κοινότητά του, ώστε να αντιμετωπίσει την επείγουσα κατάσταση χωρίς γκρίνια. Εξ ού και ένας κάποιος κονφορμισμός που φρενάρει την αμφισβήτηση  της εξουσίας.
Αποφασιστικότητα και τα σχετικά, χωρίς αμφιβολία. Οι Ιάπωνες λατρεύουν την ηρεμία, χωρίς να σημαίνει πως δεν είναι νευρικοί. Το πνεύμα της ομάδας γεννάει μια διάθεση αυτοελέγχου που επιτρέπει να μην καταρρέουν υπερβολικά γρήγορα. Ωστόσο, εκτός από τον εκνευρισμό, υπάρχει γύρω μου καλή διάθεση παρ’όλες τις δύσκολες ώρες, γιατί η ζωή συνεχίζεται, πολύ διαφορετικά βέβαια. Πράγματι, αυτό η επισφάλεια της γης έχει και μια θετική συνέπεια : χαίρεστε την κάθε μέρα που σας δίνεται να ζήσετε σ’αυτή τη ζωή σ’αυτή την ανήσυχη γη.
Όμως σήμερα, η Χιροσίμα αρχίζει να χαϊδεύει τα χείλη. Ναι, η Χιροσίμα, το ατομικό πλήγμα της Ιαπωνίας, η ταπεινωτική της ήττα. Με τους hibakusha, τους ακτινοβολημένους, σχετικά με τους οποίους οι Αμερικανοί, όσο διαρκούσε η κατοχή λύσσαξαν  να αποκρύψουν κάθε πληροφορία, με την παθητική συνενοχή των ιδίων των hibakusha, που έκρυβαν την ντροπή τους, στιγματισμένοι για δεκαετίες στην ίδια τους τη χώρα. Η Ιαπωνία καθώς ποτέ δεν αποδέχτηκε την ατομική βόμβα, το ίδιο δεν αποδέχτηκε και τα θύματά της. Η Ιαπωνία του σήμερα, είναι ανάμεσα στην Hiroshima και την  Fukushima, τους δύο πόλους του κακού, σαν μια γη της δυστυχίας. Πώς θα φερθούν αύριο στα αναπότρεπτα θύματα της ραδιενέργειας; Κι εγώ, τι να κάνω; Θα το σκάσω σαν τον Claudel. Αυτό κάνουν οι Γάλλοι, ποιος με αεροπλάνο (πρώτα οι γυναίκες και τα παιδιά), άλλος με τραίνο, προς τον νότο, την Osaka και βεβαίως την Hiroshima, το άκρο άωτο της ειρωνείας. Αύριο πρέπει να διανείμω παστίλιες ιωδίου που έφεραν οι Γάλλοι διασώστες που πήγαν στο μέτωπο της Sendai. Αλλά σε ποιόν; Όλος ο κόσμος στην γαλλική κοινότητα ζητάει,  ο σώζων εαυτόν σωθήτω, ακόμη και οι Ιάπωνες αρχίζουν να τα βλέπουν σκούρα. Τα τραίνα ξεχειλίζουν.  Η κυβέρνηση δεν αμφισβητείται, είπαμε υποχωρητικότητα, ναι, αλλά ως ένα σημείο. Κι όμως εδώ κάπου χάνεται το νήμα. Δεν πιστεύουν πια αυτά που λέει ο πρωθυπουργός, το ποτήρι ξεχείλισε, και δεν θέλουν να μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια χωρίς να προσπαθήσουν έστω κάτι. Φαίνονται οι ρωγμές της γιαπωνέζικης κοινωνίας, όπως το 1923 με τη μεγάλη σφαγή των Κορεατών πολιτών μετά τον σεισμό του 1923. Οι ρωγμές στον αντιδραστήρα θα μπορούσαν οριακά να καταλήξουν σε κινδύνους ρωγμών στην ίδια την κοινωνία.
Ήρθε βέβαια η ομιλία από την τηλεόραση, σύντομη αλλά με κάθε επισημότητα, του αυτοκράτορα Akihito, του 125ου μιας δυναστείας, της οποίας η απαρχή ανάγεται χωρίς διακοπή 2.600 χρόνια πίσω, του απόγονου της θεάς του ήλιου Amaterasu, που στις 16 Μαρτίου τράβηξε όλων την προσοχή. Ο πατέρας του Hiro-Hito υπήρξε ο πρώτος αυτοκράτορας που απευθύνθηκε στον λαό από ραδιοφώνου, με τρεμάμενη φωνή και σε γλώσσα αρχαΐζουσα, για να αναγγείλει στις 15 Αυγούστου 1945, την συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας: « Ήρθε η ώρα να αποδεχτούμε το απαράδεκτο, να υποφέρουμε το ανυπόφορο». Την πρώτη Ιανουαρίου 1945, απευθύνεται και πάλι στον λαό, με ένα αυτοκρατορικό διάγγελμα, για να αναγγείλει πως παραιτείται δημόσια από την θεϊκή του φύση. Το σύνταγμα που επέβαλαν οι Αμερικανοί δεν του επέτρεπε πλέον κανέναν πολιτικό ρόλο, παρά μόνον να εκπροσωπεί τον λαό του και να είναι το σύμβολο της διαιώνισής του.

Ο Akihito, αντίθετα με τον πατέρα του, έχει βεβαίως σε μεγάλο βαθμό ξεσκονίσει το λειτούργημά του και δραστηριοποιείται ως κάποιου είδους ανεπίσημος εκπρόσωπος της γιαπωνέζικης διπλωματίας. Κι όμως, σ’αυτές τις δύσκολες ώρες, δεν είναι για ταξιδάκια στο εξωτερικό κι ούτε για εγκαίνια χρυσάνθεμων (το λουλούδι-σύμβολο της μοναρχίας), αλλά για έκκληση σ’ολόκληρο το έθνος. Γιατί κάτω από τα λόγια τα μάλλον ανώδυνα της υποστήριξης στον διασώστη, είναι « η βαθιά του ανησυχία » που αναστάτωσε τους Ιάπωνες. Αφού παρενέβη, θα πει πως η κατάσταση είναι πολύ πιο σοβαρή απ’όσο λεγόταν. Ανησυχία, αλλά παραδόξως και εφησυχασμός αφού ξέρουν πως θα γίνει ό,τι είναι δυνατόν ώστε να αποφευχθεί η πυρηνική καταστροφή.
Ο πρωθυπουργός Naoto Kan, του οποίου η δημοτικότητα ήταν πολύ χαμηλά ήδη πριν το τσουνάμι (κάτω από το 20%), θα επωφεληθεί αναμφίβολα από αυτήν την καταστροφή, αφού, όπως συμβαίνει πάντα στις περιπτώσεις αυτές, τα εθνικά ανακλαστικά παίζουν πολύ. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να ακροβατήσει  ανάμεσα σε μια δύσκολη να ειπωθεί αλήθεια και τον φόβο για να ανησυχήσει τον πληθυσμό. Για την ώρα, κερδίζει η δεύτερη εκδοχή. Έτσι, ενώ στην Γαλλία στην κλίμακα ως το 7 (Tchernobyl), η Fukushima ταξινομήθηκε στο 6, η Ιαπωνική αρχή πυρηνικής ασφάλειας αξιολόγησε το κατ’ευφημισμόν «επεισόδιο» στο 4 (σ.τμ. σήμερα πήγαμε στο 5) στην διεθνή κλίμακα αξιολόγησης.
Ωστόσο η ομιλία του αυτοκράτορα έφερε αποτέλεσμα εδώ, στο περιβάλλον μου. Κι έπειτα, τα ελικόπτερα που προσπάθησαν να καταβρέξουν τον αντιδραστήρα, κέρδισαν την κοινή γνώμη. Αυτό δίνει την εντύπωση ότι το πράγμα «μαστορεύεται», ότι τα παίζουν όλα για όλα, μακριά από τις συνήθεις πρακτικές. Κι ας μην αναφέρω τους νέους σεισμούς: αυτόν της Chiba, στα δυτικά του Τόκυο, που τον ένιωσα για τα καλά στο διαμέρισμά μου, παρ’όλο που βρίσκομαι στα βόρειο-ανατολικά της πρωτεύουσας, αλλά και τον άλλον, κοντά στον πυρηνικό σταθμό.
Η Γαλλία οργάνωσε ένα σύστημα ‘υποβοήθησης επιστροφής’, δηλαδή δωρεάν εισιτήρια με την Air France, της οποίας έχει επιτάξει τα αεροπλάνα: θα κάνουν το πήγαινε-έλα Τόκυο-Παρίσι και Τόκυο-Σεούλ. Γράφτηκα στην λίστα, αλλά προς το παρόν ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Θα πρέπει να είμαστε υπομονετικοί, όσοι τουλάχιστον έχουν ακόμη νεύρα: όσοι απομένουμε, από τους συμπατριώτες μου, να μαθαίνουμε κάθε μέρα ότι τα προβλήματα του σταθμού επιδεινώνονται, και παράλληλα να ταρακουνιόμαστε και στο διαμέρισμά μας, αρχίζει να μας προκαλεί ένα αξιοπρόσεχτο στρες. Όμως, οι γυναίκες και τα παιδιά πρώτα, όπως και στον Tιτανικό.
Είπα στον μάγειρα του μικρού εστιατορίου που συχνάζω, πως είμαι στην λίστα αναμονής για το Παρίσι. Γούρλωσε τα μάτια και μου είπε πως η Ιαπωνία είναι όμορφη χώρα (utsukushii kuni), πως η ζωή εδώ είναι ωραία, σαν να ήθελε να ξορκίσει τη μοίρα. Δεν ήξερα τι να του πω, απάντησα ναι, αλλά είχε κιόλας γυρίσει την πλάτη και διάβαζε manga, που πολύ του αρέσει. Κανείς δεν θέλει να δείχνει τα συναισθήματά του, να τα αποκαλύπτει, μπορεί ωστόσο να ένιωσε ελεύθερος μπροστά σε μένα που είμαι ξένος. Μπαίνουν πελάτες, αλλά αυτός δεν λέει κουβέντα. Είπε ό,τι είχε στην καρδιά του και εγώ γύρισα στο μικρό μου διαμέρισμα, με την καρδιά σφιγμένη γι’αυτόν τον λαό που έδειξε πάντα μεγάλο κουράγιο μπροστά στις αναποδιές. Για να περάσω την νύχτα, δεν έχω παρά να στεγανοποιήσω καλά τα παράθυρά μου με ό,τι βρω, για να αποφύγω όσο γίνεται τις αναθυμιάσεις. Όμως αυτές περνούν από το air condition, δεν γίνεται τίποτε. Νιώθω φυλακισμένος στο νησί, σ’αυτήν την μεγάλη πόλη, στο μικρό μου διαμέρισμα. Ένας περιορισμός που αρχίζει να με βαραίνει πολύ, πολύ περισσότερο που έχουμε οδηγίες να μην πολυβγαίνουμε. Με τις ριπές του αέρα, και περιμένοντας απάντηση από την Air France, δεν ρισκάρω να βολτάρω στην πόλη. Περιμένω…
Χτυπάει πάλι το τηλέφωνο: ένας Γάλλος παπάς, του οποίου έχω την ευθύνη, κι όμως δεν τον γνωρίζω, μου ζητάει συμβουλές, αφού η γαλλική θέση είναι ανησυχητική, η βρετανική πιο επιφυλακτική, σχεδόν αντίθετη και ο ίδιος βρίσκεται σε σύγχυση. Τι να του πω; Κι εγώ σε σύγχυση βρίσκομαι. Τον συμβουλεύω κατ’αρχάς να στείλει την Γιαπωνέζα γυναίκα του και  το γιο του στην εξοχή. Τέτοιες ώρες, όσο προνοητικός και να είσαι δεν φτάνει. Ύστερα θα σκεφτεί τι θα κάνει ο ίδιος. Τον αισθάνομαι κάπως απογοητευμένο, που δεν πήρε πιο ξεκάθαρη απάντηση. Δίκιο έχει: ποιόν να πιστέψει κανείς και ποιον να μην πιστέψει; Η ασάφεια, υποσκάπετει όλον τον κόσμο.
Κι έπειτα εκείνες οι όλο αφέλεια φήμες που φτάνουν στ’αυτιά μου από τους Ιάπωνες φίλους μου. Η τελευταία, που τρέχει και πολύ γρήγορα, πως φτάνει να κάνεις γαργάρες με διάλυμα ιωδίου σε νερό για ν’αποφύγεις κάθε μόλυνση : αυτό πολύ θα άρεσε στους γιατρούς!
Ο Christian Kessler είναι ιστορικός και καθηγητής στο Γαλλικό Athénée του Τόκιο και στα πανεπιστήμια Musashi και Aoyama Gakuin (του Τόκιο).

πηγή

– Lettre du Japon

– σκίτσα όπως πάντα από το Tsunami – 津波

– φωτογραφία από την Libération

Όπως καταλάβατε, την συνέχεια του Ιαπωνία-3 την έφαγε η μαρμάγκα. Για την Tepco έγραψαν ήδη άλλοι : ο dkoss/waltendegewalt και η Κατερίνα/agauch-katerina. Αυτή τη στιγμή δεν έχει νόημα να προσθέσω κάτι, είναι προτιμότερο ν’ασχοληθώ με τα τρέχοντα.

©-Μεταφράσεις, τεκμηρίωση: L’Enfant de la Haute Mer

Πατάτε «PLAY» για ν’ακούσετε την μουσική από το Hiroshima mon Amour (1959)του Alain Resnais. Εδώ το πρώτο από τα 9 video (τα άλλα θα τα βρείτε μόνο σας)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ανώνυμα σχόλια ή σχόλια που παραπέμπουν σε πλαστή διαδικτυακή προσωπικότητα, με ψευδές e-mail μιας χρήσεως και πλαστό ψευδώνυμο, δεν εγκρίνονται και δεν απαντώνται.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : ΤΟ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΤΕ ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΠΟ ΚΑΤΩ ΔΕΝ ΤΟ ΕΒΑΛΑ ΕΓΩ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΩ.  –  ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΤΟ ΑΝΟΙΓΕΤΕ ! [Δεν το βλέπετε, όσοι είστε στην WORDPRESS και μπαίνετε συνδεδεμένοι]

Η ουτοπία του τραίνου και η μουσική της (μικρό δοκίμιο)

20 Αυγούστου, 2010

.

©Μετάφραση, μοντάζ, φωτισμοί, σκηνικά και κοστούμια — Translation, editing, lighting, scenery and costumes — Traduction, édition, éclairage, décors et costumes: L’Enfant de la Haute Mer

© οι μεταφράσεις μας ΔΕΝ αναδημοσιεύονται, παρά ΜΟΝΟΝ έπειτα από προηγούμενη συνεννόηση

φωτογραφία από το αρχείο Frédéric Boissonnas (1858-1946) [Enlarge-agrandir-μεγαλώστε]

Ή ο HectorBerliozσε νέες περιπέτειες . . .
Κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, μια χούφτα διανοούμενοι, μηχανικοί και ενθουσιώδεις επιχειρηματίες (μεταξύ των οποίων και οπαδοί του Saint-Simon) προσπαθούν να προωθήσουν μερικές γενναιόδωρες ιδέες: να πλησιάσουν και να αναμείξουν μεταξύ τους λαούς και πολιτισμούς, να επιβάλουν τη «παγκόσμια ειρήνη», να επιδιώξουν την ευτυχία χάρη στην εκβιομηχάνιση και… να ξεριζώσουν την πείνα από τον κόσμο.
Για να φτάσουν σ’αυτούς τους φιλόδοξους στόχους, θέλησαν ν’αναπτύξουν μεγάλα «δίκτυα»  -έννοια αρκετά ασαφής εκείνη την εποχή-  που οριζόταν ως μια διαπλοκή νημάτων ή γραμμών. Η ειρήνευση του κόσμου θα περνούσε από τη δημιουργία των σιδηροδρόμων. Τότε δεν υπήρχαν σιδηρόδρομοι στην Ευρώπη, ειμή μόνον σε πολύ εμβρυϊκή μορφή, πρόκειται λοιπόν για ένα απολύτως νέο όραμα.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, κάθε άνοιγμα σιδηροδρομικής γραμμής, όπως και τα εγκαίνια σιδηροδρομικού σταθμού σε μια πόλη θα σημάνουν μια ρωγμή ανάμεσα στη ζωή πριν και στη ζωή μετά. Πάνω απ’όλα, η άφιξη του σιδηροδρόμου θα υποχρεώσει την κοινωνία να αναθεωρήσει πλήρως την σχέση της με τις αποστάσεις και το χρόνο. Πρόκειται για μια γνήσια επανάσταση, μια νίκη επί της φύσης, και αποτελεί οπωσδήποτε την ευκαιρία για μια μεγάλη γιορτή…
Το 1846 μάλιστα, ο δήμος της Lille πραγματικά μεγαλοπιάνεται: παραγγέλλει στον συνθέτη Hector Berlioz (1803-1869), (ούτε κουβέντα για παρακάτω), μία «καντάτα» για τα εγκαίνια της γραμμής Παρίσι-Lille… Η σύνθεση «Του τραγουδιού των σιδηροδρόμων» θα πραγματοποιηθεί με την διαδικασία του κατεπείγοντος, σε μερικές ώρες μονάχα. Το λιμπρέτο ανατέθηκε στο φίλο του και συνάδελφό του στην «Journal des débats», τον Jules Janin (1804-1874), συγγραφέα και θεατρικό κριτικό. « .. Είμαι πολύ απασχολημένος με τη σύνθεση ‘της καταδίκης του Faust’», γράφει ο Berlioz, «εντούτοις μόλις αναγκάστηκα να διακόψω για μια καντάτα που θα διευθύνω στη Lille με την ευκαιρία των εγκαινίων του σιδηροδρόμου του Βορρά …» [2]
Το έργο υπήρξε μάλλον μέτριο: τόσο η (βαρύγδουπη) μουσική όσο και το (αλληγορικό) λιμπρέτο. Ωστόσο, αυτός ο ενθουσιασμός και αυτή η έμφαση είναι χαρακτηριστικά της θέλησης με την οποία προσπαθούσαν τότε, να κάνουν τον κόσμο να δεχτεί την βιομηχανική επανάσταση, έναν κόσμο που τα’βλεπε όλα αυτά με μεγάλη δυσπιστία.
Αυτό που ακούτε καθώς διαβάζετε, είναι αυτή η καντάτα του Berlioz:
Αυτό το έργο δεν ξαναπαίχτηκε σχεδόν ποτέ, ερμηνεύτηκε όμως δημόσια το 1966, κατά τη διάρκεια μιας διάσκεψης που διοργανώθηκε από τη Διεθνή Ένωση των Γαλλικών Σιδηροδρόμων (Association Internationale du Congrès des Chemins de Fer – AICCF). Η Εθνική Εταιρεία Σιδηροδρόμων (Société Nationale des Chemins de fer Français-SNCF) είχε ζητήσει τότε από τον Robert Blot, που διηύθυνε τη συμφωνική ορχήστρα των σιδηροδρομικών υπαλλήλων, συνοδευόμενος από τη χορωδία του Παρεκκλησίου, να ξαναζωντανέψει αυτό το τραγούδι που συνέθεσε ο Berlioz 120 χρόνια πριν, για την γιορτή της άφιξης του σιδηροδρόμου στη Lille (ακούτε την εκτέλεση του 1966).
Το πιο αστείο είναι το μικρό σημείωμα που συνοδεύει αυτήν την νέα εκτέλεση, και το οποίο δεν υστερεί καθόλου σε ύφος  αν το συγκρίνουμε με εκείνο των αρχικών στίχων του Jules Janin: «Οι βαθιές αλλαγές που κατάφερε ο Berlioz να μετουσιώσει σε μουσική», γράφει ο ανώνυμος συντάκτης του σημειώματος του 1966, «και που ο Jules Janin είχε προαναγγείλει στα κουπλέ του, πραγματοποιηθηκαν και με το παραπάνω: ο σιδηρόδρομος έχει ανατρέψει τις σχέσεις του χώρου και του χρόνου που, από τα βάθη των αιώνων ως την εμφάνιση της ατμομηχανής, είχαν μείνει περίπου απαράλλαχτες. Η υπερ-εκατονταετής μνήμη αυτής της καντάτας,  αναβίωσε ακριβώς πάνω στην ώρα που η Πατρίδα του μεγάλου συνθέτη υποδέχεται τους αντιπροσώπους εκείνων που, σ’ολόκληρο τον κόσμο, έχουν συμβάλει στην αναδιαμόρφωση, με νέο στυλ της παντοδύναμης μορφής των σύγχρονων Σιδηροδρόμων».
.
Ιδού λοιπόν οι (‘καραφλιαστικοί’) στίχοι του Jules Janin:

[Enlarge-agrandir-μεγαλώστε]

Είναι η μεγάλη μέρα, η μέρα της γιορτής,
Η μέρα του θριάμβου και των δαφνών.
Για σας εργάτες,
Το στεφάνι είναι έτοιμο.
Στρατιώτες της ειρήνης,
Είναι η νίκη σας .
Είναι δική σας η δόξα
Των τόσων ευεργετημάτων.

Οι καμπάνες ηχούν από το ξημέρωμα,
και το κανόνι απαντά στις επάλξεις.
Κάτω από την τρίχρωμη ταινία (στμ. ενν. τα γαλλικά χρώματα)
Ο λαός προστρέχει από παντού.

Πόσα βουνά εξαφανίστηκαν !
Πόσα ποτάμια γεφυρώθηκαν !
Ανθρώπινη δουλειά, ιδρώτας γονιμοποιός !
Τι θαύματα και τι μόχθος !

Οι ηλικιωμένοι, μπροστά σ’αυτό το θέαμα,
χαμογελώντας θα κατεβούν στον τάφο,
Αφού αυτό το θαύμα
Θα κάνει για τα παιδιά τους το μέλλον πιο μεγάλο, πιο όμορφο.

Θαύματα της βιομηχανίας
Εμείς οι μάρτυρες, πρέπει να τραγουδήσουμε
Η ειρήνη! Ο βασιλιάς! Ο εργάτης! Η πατρίδα !
Και το εμπόριο και τα καλά του!
Μέσα στις όμορφες εξοχές

Πιο ευτυχείς οι λαοί από τη φιλία
σηκώνουν τις φωνές τους μ’επισημότητα
ως τον Θεό που κρύβεται στους ουρανούς!

Ο Berlioz, σ’ένα μακροσκελές γράμμα που αξίζει να του ρίξουμε μια ματιά, με ύφος πολύ εμφατικό και αυτάρεσκο, περιγράφει λεπτομερώς την εμπειρία του στη Lille. Ιδού ένα εύγλωττο απόσπασμα :
«… Είχαν μόλις αποπερατώσει τον σιδηρόδρομο του Βορρά, του τόσο διάσημου από τα μικρά ατυχήματα που είχε την αδυναμία να δημιουργεί. Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος επρόκειτο να τον ευλογήσει επισήμως, επρόκειτο επίσης να δειπνήσουμε και να πιούμε γενναία. Σκέφτηκαν ότι και λίγη μουσική δεν θα έκανε κακό, το αντίθετο μάλιστα, πολλοί άνθρωποι έχουν ανάγκη αυτού του συμπληρώματος, για να διευκολύνει την πέψη τους, κι έτσι τους κατέβηκε η ιδέα να απευθυνθούν σε μένα ως άριστο χωνευτικό.
Μη γελάτε, έτσι και έγινε…. Χρειαζόταν μια καντάτα για να εκτελεσθεί, όχι μετά το δείπνο, αλλά πριν το άνοιγμα του χορού. Ο κ. Dubois, στον οποίο ο δήμος της Lille είχε αναθέσει τις μουσικές λεπτομέρειες της τελετής, ήρθε βιαστικά στο Παρίσι και με τις καθυστερημένες, προκατακλυσμιαίες και απίστευτες ιδέες, που έφερε από την επαρχία του, φαντάστηκε ότι, εφόσον χρειάζονταν λόγια και μουσική σε αυτή την καντάτα, καλά θα έκανε ν’απευθυνθεί σ’έναν άνθρωπο των γραμμάτων και σ’έναν μουσικό. Κατά συνέπεια, ζήτησε στίχους από τον Jules Janin και μουσική από μένα. Με προειδοποίησε όμως ότι χρειαζόταν την παρτιτούρα μου για τη μεθεπομένη.
Είχα μόλις διαβάσει τους στίχους του Jules Janin. Τους είχε σκαρώσει με κάποιο τρόπο, που δεν πρόκειται ν’ασχοληθώ να χαρακτηρίσω, και προσκαλούσαν τη μουσική, όπως το ώριμο φρούτο προσκαλεί το πουλί (τη στιγμή που άλλοι επαγγελματίες ποιητές κάνουν ό,τι μπορούν για να διώξουν τη μουσική  παράγοντας ημί-στιχους. Έγραψα τα μέρη του τραγουδιού της καντάτας σε τρεις ώρες, και η επόμενη νύχτα χρησιμοποιήθηκε για την ενορχήστρωση. Για έναν άνθρωπο που δεν είναι επαγγελματίας βιαστής των μουσών, δεν έκανα και πολύ κακή δουλειά.
Θα μου πείτε, ο χρόνος δεν είναι το παν, αντίθετα (λέω εγώ), χρειάζεται χρόνος. Επιμένω, ότι εκτός σπανίων εξαιρέσεων, ο χρόνος δεν ομορφαίνει τίποτα που κάνουμε χωρίς αυτόν. Αυτή η παροιμία, που ποτέ δεν έχετε ακούσει, ούτε καν διαβάσει, αφού μόλις την μετέφρασα από τα περσικά, είναι μια μεγάλη αλήθεια. Ήθελα μονάχα να σας αποδείξω, ότι κι εγώ ακόμη θα μπορούσα να αυτοσχεδιάσω με γενναιότητα μια παρτιτούρα, εάν ήθελα το έργο μου να έχει μια παροδική διασημότητα τεσσάρων ή πέντε μόνον χιλιάδων ετών. Εάν είχα να βάλω τρεις ολόκληρες μέρες σ’αυτή τη δουλειά, η παρτιτούρα μου θα ζούσε άλλους σαράντα αιώνες, δεν το παραγνωρίζω. Αλλά μέσα σε τόσο πιεστικές και απρόβλεπτες περιστάσεις, όπως αυτές των εγκαινίων ενός σιδηροδρόμου, ένας καλλιτέχνης δεν πρέπει να υπολογίζει σαράντα αιώνες περισσότερο ή σαράντα αιώνες λιγότερο. Η πατρίδα έχει δικαίωμα να απαιτεί από καθένα από τα παιδιά της μια απόλυτη αφοσίωση. Είπα λοιπόν στον εαυτό μου : «Άιντε, παιδί της Πατρίδας ! …» (στμ. “Allons, enfant de la patrie !… » ). Και θυσιάστηκα. Έτσι έπρεπε.
Μόλις γράφτηκε και καθαρογράφτηκε η καντάτα, φεύγουμε για Lille. Ο σιδηρόδρομος, έκανε μια εξαίρεση υπέρ των εγκαινιαστών του, κι έτσι φθάσαμε χωρίς εκτροχιασμό μέχρι την Arras. Μόλις έφτασα στη Lille, ο κ. Dubois με φέρνει κατ’ευθείαν σε επαφή με τους τραγουδιστές, η συνεισφορά των οποίων μου ήταν απαραίτητη για την εκτέλεση της καντάτας, αλλά και με στρατιωτικές μπάντες που ήρθαν από την Valenciennes, το Douai και μερικές άλλες γειτονικές πόλεις. . Το σύνολο αυτών ομάδων διαμόρφωνε μια ορχήστρα σχεδόν εκατόν πενήντα μουσικών, οι οποίοι επρόκειτο να εκτελέσουν την καντάτα στο δημόσιο περίπατο, το βράδυ, μπροστά στους πρίγκηπες και τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές, που είχαν συγκεντρωθεί για τη γιορτή, το δικό μου κομμάτι της αποθέωσης. Την καντάτα μου την έμαθε γρήγορα και μια χορωδία νέων και παιδιών…..»

.
[στμ.: Για να μην τα πολυλογώ καλοκαιριάτικα και βαριέμαι και εγώ και εσείς, το πρόγραμμα προέβλεπε κανονιοβολισμούς θριάμβου στην αρχή της καντάτας (την οποία στο εξής ο Berlioz αποκαλεί «αποθέωση»). Και συνεχίζω, περικόπτοντας :]
.
«… Με το που νύχτωσε, η στρατιωτική μπάντα μας κάνει διάφορα ‘παληκαρίσια’ εισαγωγικά, το κομμάτι ξεδιπλώνεται μεγαλειωδώς, χωρίς το παραμικρό σφάλμα μουσικής στρατηγικής. Μα την πίστη μου! δεν θέλω να φανώ πιο γενναίος απ’όσο είμαι, και υπήρχε λόγος που η καρδιά μου χτυπούσε καθώς έφτανε η μεγάλη στιγμή. Γελάστε όσο θέλετε, αλλά κόντεψα να πέσω με τα μούτρα στο χώμα… Τα δέντρα ριγούσαν, τα νερά του καναλιού ρυτιδώθηκαν… στην όμορφη πνοή της βραδινής αύρας … Πλήρης σιγή των κανονιών !! …
Μια βαθιά ησυχία απλώθηκε ύστερα από το τελευταίο μέτρο της συμφωνίας, μεγαλειώδης, μεγαλοπρεπής ησυχία, απέραντη, που τάραξαν την επόμενη στιγμή μόνο τα χειροκροτήματα του πλήθους, που προφανώς ικανοποιήθηκε από την εκτέλεση. Και το ακροατήριο αποσύρθηκε, χωρίς να λυπηθεί για την απόλαυση που είχε γλιτώσει, ξεχνώντας και τις υποσχέσεις του προγράμματος (τους κανονιοβολισμούς).
Έτσι, μόλις τελείωσε ειρηνικά η αποθέωση, αφήνουμε στην όχθη του καναλιού και τις παρτιτούρες μας, και με ανοικτό στόμα τους αμήχανους κανονιέρηδες. Έπρεπε να τρέξω στο Δημαρχείο, όπου μια άλλη ορχήστρα και μία άλλη χορωδία με περίμενε για την εκτέλεση της καντάτας. Αυτή τη φορά οι προσδοκίες μου δεν διαψεύστηκαν σε κανένα σημείο : οι τραγουδιστές μας και οι μουσικοί μας δεν έκαναν ούτε έναν αναστεναγμό λάθος.
Οι κάτοικοι της μεγάλης πλατείας στην οποία είχα καταλύσει, θα πρέπει όσο νάναι, να είχαν κάπως ενοχληθεί ! Συνολικά, όλα πήγαν καλά, και οι στρατιωτικοί μουσικοί έκαναν ευσυνείδητα το καθήκον τους. η καντάτα τραγουδήθηκε με απαράμιλλο οίστρο και με δροσερές φωνές που δεν μπορούμε να βρούμε στο Παρίσι για τις χορωδίες μας.
Ύστερα, καθώς φλυαρούσα στο διπλανό σαλόνι με τους δούκες της Nemours και του Montpensier που με είχαν φωνάξει,  μου έκλεψαν το καπέλο μου, πρώτα, και μετά όλη τη μουσική της καντάτας, μέρος της ενορχήστρωσης και μια παρτιτούρα. Να ένα έργο που χάθηκε και που δεν έχω το κουράγιο να το ξαναγράψω ! (σ.τ.μτ. Η παρτιτούρα βρέθηκε τελικά λίγα χρόνια αργότερα). Αυτά είναι όσα μου απέφερε αυτή η μουδιασμένη γιορτή, της οποίας τελετάρχης ήταν ο κ.
James de Rothschild (1792-1886), και για την οποία είχαν έρθει να με ζητήσουν στο Παρίσι. Ωστόσο χθες ο κ. Δήμαρχος της Lille μου έστειλε εν ονόματι της πόλης του ένα πολύ όμορφο χρυσό μετάλλιο, με την επιγραφή: Εγκαίνια του σιδηροδρόμου του Βορρά, η πόλη Lille στον κ. Berlioz
Αυτά είχα να σας πω για την Lille και τη γιορτή των εγκαινίων και να ξέρετε ότι
σ’αυτή την πρωτεύουσα της επαρχίας του Βορρά υπάρχουν καλοί χορωδοί, άριστες στρατιωτικές μπάντες και ανίκανοι κανονιέρηδες, ...»
Τα παραπάνω αποσπάσματα είναι από την ιστοσελίδα τουHectorBerlioz:
.
Αυτή η σιδηροδρομική ουτοπία πήρε σάρκα και οστά τον 19ο αιώνα  και το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο, θα πάρει την πλήρη έκτασή του στην δεκαετία του 1930, χρονολογία κατά την οποία η οικονομική κρίση και τα ελλείμματα των εταιρειών αρχίζουν για να προκαλούν το κλείσιμο των λιγότερο κερδοφόρων γραμμών. Από τότε, το δίκτυο δεν έχει σταματήσει να συρρικνώνεται, εις όφελος κυρίως του αυτοκινητόδρομου. Ωστόσο ο σιδηρόδρομος ανέτρεψε τις επικοινωνίες και στήριξε την οικονομική αύξηση. Όμως οι γενναιόδωρες ιδέες των εφευρετών του θα παραμείνουν στη σφαίρα του ιδανικού…
Ο σοβιετικός 20ος αιώνας ήξερε επίσης να χρησιμοποιεί τη «βιομηχανική μουσική» για να τροφοδοτεί τη μηχανή της σοσιαλιστικής προπαγάνδας, και ειδικά για να δοξάσει έναν από τους μύθους που τότε ήταν πολύ της μόδας: την κατάκτηση της φύσης. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, οι «εργαζόμενοι του πετρελαίου» είναι οι κατ’ εξοχή σοβιετικοί ήρωες: τους αφιερώνονται πολλοί ζωγραφικοί πίνακες, λογοτεχνικά, μουσικά ή κινηματογραφικά έργα. Το πιο εμβληματικό το έργο είναι οπωσδήποτε η «η συμφωνία του πετρελαίου», το μικρό ντοκυμανταίρ που γύρισε το 1933 ο σκηνοθέτης Boris Pupjansky [ή
Boris Pumpyanski, Neft Simfoniyası (1933)] και του οποίου τη μουσική συνέθεσε ειδικά ο Sergueï Panev. Οι σκηνές εναλλάσσονται: το πετρέλαιο που αναβλύζει και η μάχη που δίνουν οι εργάτες για «να δαμάσουν» το πετρέλαιο και να χτίσουν το φρεάτιο.Όσο πιο ψηλά αναβλύζει το πετρέλαιο, τόσο πιο δραματική ένταση έχει η μουσική. Οι κινήσεις των εργατών, και το πετρέλαιο που αναβλύζει συγχρονίζονται τέλεια με τη μουσική, συμπεριλαμβανομένης και της τελευταίας σκηνής, όπου οι εργάτες γιορτάζουν την μεγάλη επιτυχία τους, και χορεύουν όλοι μαζί εκστατικά γύρω από τις πετρελαϊκές υποδομές που μόλις κατασκεύασαν.
Πηγές : La musique et l’utopie du rail
Site Hector Berlioz

©Μετάφραση – Μοντάζ : L’Enfant de la Haute Mer

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ανώνυμα σχόλια ή σχόλια που παραπέμπουν σε πλαστή διαδικτυακή προσωπικότητα, με ψευδές e-mail μιας χρήσεως και πλαστό ψευδώνυμο, δεν εγκρίνονται και δεν απαντώνται.

[ play, για ν’ακούσετε το γραμμόφωνο ]

Short Link: http://wp.me/p3lcY-Iy


Αρέσει σε %d bloggers: